Η Ελευθερία της Θέλησης
Πρέπει να γίνετε τέλειοι σαν τον Πατέρα σας στους ουρανούς!» έχουμε μάθει.
Σε τι συνίσταται όμως αυτή η τελειότητα που μας έχει δοθεί σαν πρότυπο; Δυο πράγματα κάνουν το Θεό να είναι το πιο τέλειο ον.
Κατά πρώτο, ότι αντιπροσωπεύει το καλό στον υπέρτατο βαθμό, σε όλες του τις εκφάνσεις, δηλαδή την Αγάπη, τη Σοφία, τη Θέληση, την Τάξη, τη Σοβαρότητα, την Υπομονή και την Ευσπλαχνία (τις επτά ιδιότητες ή τα λεγόμενα «επτά πνεύματα του Θεού»).
Και κατά δεύτερο, ότι αυτός αποτελεί από μόνος του τα πάντα, κι έτσι ήταν ανέκαθεν δηλαδή δεν χρειάστηκε καμιά άλλη δύναμη για να γίνει και να υπάρξει, αλλά όλη του η ύπαρξη πηγάζει και ριζώνει στον ίδιο του τον εαυτό.
Επομένως, για να γίνει ο άνθρωπος όσο το δυνατό πιο τέλειο ομοίωμά του, η διάπλασή του πρέπει να είναι τέτοια, που στο τέλος της πορείας του να επιδεικνύει πλήρη ανεξαρτησία στη Θέληση και στην πράξη.
Αυτό σημαίνει πως ο τέλειος άνθρωπος κάνει το καλό, όχι επειδή του το επιβάλλουν επιταγές ή συνθήκες, αλλά από καθαρά δική του ελεύθερη Θέληση.
Το ερώτημα γύρω από την ελευθερία της Θέλησης
Αυτό το πρόβλημα απασχόλησε όλους τους πολιτισμένους λαούς, και από τους Κινέζους, Αιγύπτιους, “Ελληνες και Ρωμαίους ως τις μέρες μας έγιναν πολλές απόπειρες ν απαντηθεί. Αμέτρητοι στοχαστές και φιλόσοφοι ασχολήθηκαν -και κυρίως απέτυχαν- μ’ αυτό το Θέμα. Σε τελευταία ανάλυση, η κατεύθυνση που παίρνουμε στη ζωή μας, η αξία μας σαν άτομα κι η ευτυχία μας εξαρτάται από το αν είμαστε οι ελεύθεροι δημιουργοί της μοίρας μας ή ασυνείδητα, τυχάρπαστα ανδρείκελα, έρμαια σε διάφορες εξωτερικές αιτίες και συνθήκες.
Ο εκκλησιαστικός δάσκαλος Αυγουστίνος, (πεθ. 430 μ.Χ.), διατύπωσε την άποψη πως ο άνθρωπος μπορεί να κάνει ό,τι θέλει και να πασχίζει όσο θέλει, όμως αυτό δεν επηρεάζει καθόλου τον τελικό προορισμό του.
Ο Θεός έχει προκαθορίσει από καταβολής κόσμου ποιος θα πάει στην αιώνια καταδίκη και ποιος θ’ απολαύσει την αιώνια μακαριότητα. Κι απ’ αυτόν τον προκαθορισμό του πεπρωμένου δεν μπορεί να ξεφύγει κανένας. Αυτή η Θεωρία του Αυγουστίνου, ότι δηλαδή το πεπρωμένο είναι προκαθορισμένο από το Θεό, βασιζόταν σε κάποια σημεία της επιστολής του Παύλου προς τους Ρωμαίους (9, 16-23) και, όπως ήταν λογικό, αποκαρδίωσε πάρα πολλούς ανθρώπους.
Προς το τέλος του μεσαίωνα αυτή η άποψη βρήκε απήχηση και συνέχιση στους φιλόσοφους Καρτέσιο και Σπινόζα, οι οποίοι υποστήριζαν πως ο άνθρωπος δεν διαθέτει καμιά ελευθερία της Θέλησης. Σε όλα του, σκέψη, Θέληση και πράξη, κατευθύνεται από τις εξωτερικές συνθήκες της ζωής του: γέννηση, προδιάθεση, επίδραση των άστρων και της φύσης, και κάθε άλλη ιδιομορφία του περιβάλλοντος.
Αυτές οι εν μέρει εσωτερικές, εν μέρει εξωτερικές αιτίες, καθορίζουν τα ελατήρια της ανθρώπινης θέλησης. Σύμφωνα μ’ αυτή τη σχολή σκέψης (που ονομάστηκε ντετερμινισμός), η Θέληση είναι φαινομενικά μόνο ελεύθερη, στην πραγματικότητα όμως υπακούει μηχανικά στις διάφορες συνθήκες.
Αν όμως ο άνθρωπος δεν είναι ελεύθερος να κάνει ό,τι Θέλει, δεν μπορεί να Θεωρηθεί υπεύθυνος για τις πράξεις του. Επιπλέον, οι ηθικοί νόμοι που έδωσε το Θείο στην ανθρωπότητα, δεν Θα είχαν κανένα νόημα.
Πώς θα μπορούσε ο Χριστός να πει σε ανελεύθερους ανθρώπους, «πρέπει να γίνετε τέλειοι σαν τον Πατέρα σας» και να επαγγείλει τον παράδεισο σε όσους ακολουθούν εκούσια το Θέλημά του; Γι αυτό στο μεσαίωνα ήδη γεννήθηκε σε αντιστάθμισμα η θεωρία πως ναι μεν η θέληση του ανθρώπου επηρεάζεται από πολλούς εξωτερικούς παράγοντες, αλλά στο βαθύτερο είναι του ο άνθρωπος είναι πάντα απόλυτα ελεύθερος να διαλέξει αν Θα ενεργήσει έτσι η αλλιώς.
Αυτή η Θεωρία του ιντετερμινισμού συμφωνούσε προφανώς περισσότερο με τον ηθικό νόμο της Αγίας Γραφής. Αλλά παράλληλα παρέμενε ένα αδιάψευστο γεγονός, πως η ανθρώπινη ελευθερία φαίνεται να περιορίζεται από την ψυχική του προδιάθεση, η οποία του έχει δοθεί ανεξάρτητα από τη θέλησή του. “Οπως εξάλλου κι από τις σωματικές, κοινωνικές και λοιπές συνισταμένες της ζωής του.
Πώς η Νέα Αποκάλυψη απαντάει στο ερώτημα της ελευθερίας της Θέλησης
Η αλήθεια βρίσκεται ως συνήθως στη μέση. Στα κείμενα της Νέας Αποκάλυψης παρακολουθούμε τον άνθρωπο όχι σε μία συγκεκριμένη, ξεχωριστή στιγμή της ύπαρξής του, αλλά σε όλη του την εξέλιξη. “Ετσι βλέπουμε πως στην αρχή της ζωής του εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα δεδομένα μετα οποία ο Θεός τον έβαλε στον κόσμο. Στο τέλος όμως της πορείας τελειοποίησής του, έχει αποκομίσει από μόνος του εμπειρίες και βαθύτερες γνώσεις, κι όταν αναγεννηθεί πνευματικά, είναι απόλυτα ελεύθερος και ανεξάρτητος.
Αυτό ακριβώς είναι το νόημα όλης της δημιουργίας και της ζωής, πώς να μάθουμε δηλαδή από την εξαρτημένη κατάσταση του δημιουργήματος, να φτάσουμε στην αυτοτέλεια που χαρακτηρίζει ένα αληθινό παιδί του Θεού!
«Ακριβώς για το λόγο αυτό ήρθα σε τούτη τη γη που έχει τον προορισμό ν’ ανατρέφει εκείνους που Θα γίνουν τα αληθινά παιδιά Μου.
“Ηρθα για να σας απελευθερώσω από τα δεσμά της νομοτέλειας που καθορίζει την ύπαρξη των δημιουργημάτων.
“Ηρθα για να σας δείξω με λόγια και έργα,πώς να κατακτήσετε αληθινά την παντοτινή ελευθερία στη ζωή και στη Θέληση. Με το παράδειγμά Μου προπορεύομαι και στρώνω το δρόμο για όλους.
Γιατί μόνο παίρνοντας αυτόν το δρόμο Θα έχετε τη δυνατότητα να φθάσετε στην απερίγραπτη Λαμπρότητα του Θεού, που είναι ο δικός Μου και δικός σας Πατέρας!»
Η προδιάθεση
Από την πολύ τρυφερή ηλικία των παιδιών, βλέπουμε πως το καθένα σκέφτεται, αισθάνεται και συμπεριφέρεται μ’ έναν ορισμένο, εντελώς προσωπικό τρόπο. Είναι αυτονόητο ότι αυτά τα ατομικά χαρακτηριστικά το παιδί δεν τα αποκτάει από μόνο του.
Με αυτά τα χαρακτηριστικά από τα οποία έχει πλασθεί η ψυχή του, με συστατικά δηλαδή από τα φυσικά βασίλεια, από τους γονείς και από τα άστρα, ήρθε στον κόσμο. Στα προηγούμενα κεφάλαια είδαμε πως οι ουράνιοι υπηρέτες μαζεύουν ψυχικές σπίθες ή συστατικά κάθε λογής, σαν ώριμους καρπούς από το μεγάλο δέντρο της φύσης. Προτού γίνει η σύλληψη, αυτοί οι καρποί πλάθονται σε μία ανθρώπινη ψυχή.
Είναι φανερό πως ανάμεσα σ’ αυτά τα συστατικά στοιχεία δεν περιλαμβάνονται μόνο τα καλά αλλά και τα εγωιστικά (ή σατανικά), όπως η αυταρχικότητα, η απληστία, η ζήλεια, η οργή, η φιληδονία, το μίσος κ.λπ., όλα αυτά τα αρνητικά συναισθήματα που πολλές φορές καταπιέζουν την ψυχή μας.
Γιατί όμως ο Θεός μας επιβαρύνει με τέτοια ανώριμα, ακάθαρτα στοιχεία που προέρχονται από την προσωπικότητα του άγγελου του κακού; Για δυο λόγους πρώτα-πρώτα γιατί κι αυτοί οι σπινθήρες ζωής πρέπει να εξαγνισθούν και η ανθρώπινη ψυχή είναι το «σκεύος» γι’ αυτό το σκοπό.
Και δεύτερο, ότι για να υπάρξει οπουδήποτε ζωή, πρέπει να υπάρχουν ανταγωνιζόμενες ροπές.
Αυτόν το βασικό νόμο μας τον εξήγησε πιο πριν ο Ιησούς με το παράδειγμα του γίγαντα, που, κρεμασμένος στον αέρα, δεν μπορεί να κάνει το παραμικρό, γιατί του λείπει το απαραίτητο αντίβαρο. Στο κάθε πλάσμα έχουν δοθεί, σαν ψυχικές ιδιότητες, η «ηρεμία και η κίνηση, η τεμπελιά και η πολυπραγμοσύνη, το σκοτάδι και το φως, ο Θυμός και η αγάπη, η σκληρότητα και η πραότητα, και χίλιες μύριες άλλες αντιθέσεις».
Και μάλιστα όχι σε όλους το ίδιο, αλλά ο καθένας μας έχει το ιδιαίτερο, προσωπικό του μίγμα.
Πώς διαμορφώνεται η ελεύθερη Θέληση
Ξέρουμε πως η ανθρώπινη ψυχή στοιχειοθετείται από αμέτρητα αντιμαχόμενα στοιχεία· συνεπώς η Θέληση αποτελείτο καταλάγιασμα ή το σημείο σύγκλισης της εσωτερικής αντιπαράθεσης όλων αυτών των στοιχείων.
Για να μεταχειρισθούμε μία πά έμφερή εικόνα, η ψυχή μας μοιάζει μ ένα κοινοβούλιο, όπου οι διάφοροι «εκπρόσωποι του λαού» και τα κόμματα αντιπροσωπεύουν από μία διαφορετική άποψη την οποία αγωνίζονται να επιβάλουν, ώσπου να γίνει η ψηφοφορία.
Παράλληλα όμως ο άνθρωπος έχει και μία πνευματική υπόσταση, το σπινθήρα που έχει βάλει στην καρδιά του ο Δημιουργός. “Ετσι επηρεάζεται και απ’ αυτή την πλευρά στη διαμόρφωση της Θέλησής του.
Το όργανο με το οποίο διακρίνουμε το καλό από το κακό το ονομάζουμε, ως γνωστό, συνείδηση.
Εφόσον κάνουμε το σωστό, νιώθουμε ένα Θετικό συναίσθημα ικανοποίησης αντίθετα, αν σκεφθούμε ή κάνουμε κάτι κακό, μας πιάνει ένα ανεξήγητο «σφίξιμο» στην καρδιά.
Ωστόσο τούτο το όργανο μπορεί να έχει αμβλυνθεί τόσο, που να μην παίζει πια κανένα ρόλο στη λήψη των αποφάσεων. Τότε τα πράγματα είναι δύσκολα, γιατί σ’ αυτή την περίπτωση ο άνθρωπος έχει αποκοπεί εντελώς από τη Θεία Τάξη· άγεται και φέρεται, με άλλα λόγια, από τις κατώτερες επιθυμίες και ορμέμφυτα.
Συνεπώς την ελεύθερη Θέληση τη σμιλεύουν οι αντιθέσεις ανάμεσα στο πνεύμα και την ύλη, τα πνευματικά κίνητρα και τα ένστικτα, του αλτρουισμό και του εγωισμό, το νόμο και την παρανομία.
Στις περισσότερες περιπτώσεις επικρατεί ο εγωισμός μας· σε τελευταία ανάλυση πάντως, είναι πάντα η αγάπη, σ’ αρνητική – εγωιστική ή θετική – αλτρουιστική μορφή, που δίνει παλμό στην ψυχή και κατευθύνει τη Θέληση.